- Τα βασικά σημεία της πρότασης ΣΕΤΕ για τον μικτό φορέα
- Η θέση του ΕΟΤ
Γενικά, το σχέδιο του ΣΕΤΕ αξιοποιεί τη διεθνή εμπειρία ως προς τις συνέργειες δημόσιο και ιδιωτικού τομέα ευρωπαϊκών χωρών, σε μία προσπάθεια να ληφθούν υπόψη αφενός μεν οι ιδιαιτερότητες της πραγματικότητας του ελληνικού δημοσίου και οι δυνατότητες ή οι προοπτικές του ΕΟΤ, αφετέρου δε, επιχειρείται μία δημοσιονομική και θεσμική υπέρβαση, ως προς τη σύσταση και λειτουργία του προτεινόμενου φορέα, αφού ζητείται η συναίνεση και έγκριση της Βουλής και των κομμάτων.
Επί της ουσίας;
Πρόκειται καθαρά για θέμα πολιτικής βούλησης. Αν η κυβέρνηση θέλει πραγματικά να το προχωρήσει, είναι απλά ζήτημα λίγων εβδομάδων να καταλήξουν οι δύο πλευρές σε ένα αποδεκτό Καταστατικό το οποίο να τεθεί προς έγκριση μίας κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας.
Με τον τρόπο αυτό, ανεξαρτήτως πολιτικών εξελίξεων, θα διασφαλιστεί, αν μη τι άλλο, μία συνέχεια αυτού του εγχειρήματος, σε περίπτωση που κάποια στιγμή στο εγγύς μέλλον υπάρξει αλλαγή κυβέρνησης.
Κατά τα άλλα, υπάρχουν ακόμα σημεία που χρήζουν διευκρινίσεων, κυρίως ως προς τη διοίκηση και τη λήψη αποφάσεων αλλά και γενικότερα το διοικητικό και οργανωτικό πλαίσιο λειτουργίας ενός τέτοιου σχήματος.
Για να δούμε…
- Η θέση του ΕΟΤ
Την επόμενη κίνηση της κυβέρνησης και του Π. Γερουλάνου αναμένει ο ΣΕΤΕ ως προς το θέμα της σύστασης του πολυσυζητημένου μικτού φορέα marketing και προβολής του Ελληνικού τουρισμού, για τον οποίο ο Σύνδεσμος έχει υποβάλει σχέδιο Καταστατικού και ολοκληρωμένη πρόταση, όπως άλλωστε έχουμε αποκαλύψει εδώ και καιρό. Μόλις πριν από λίγο, ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ Α. Ανδρεάδης προχώρησε ένα βήμα περαιτέρω, αναφέροντας…
…ορισμένες λεπτομέρειες για το σχέδιο που βρίσκεται πλέον στα χέρια του υπουργού.
Σύμφωνα με τον κ. Ανδρεάδη, η προτεινόμενη εταιρία, εν ολίγοις και ουσιαστικά θα αναλάβει ως κύριο αντικείμενο το νέο brand name ή το rebranding της χώρας και των περιοχών της στη διεθνή τουριστική αγορά.
…ορισμένες λεπτομέρειες για το σχέδιο που βρίσκεται πλέον στα χέρια του υπουργού.
Σύμφωνα με τον κ. Ανδρεάδη, η προτεινόμενη εταιρία, εν ολίγοις και ουσιαστικά θα αναλάβει ως κύριο αντικείμενο το νέο brand name ή το rebranding της χώρας και των περιοχών της στη διεθνή τουριστική αγορά.
Μεταξύ άλλων, στο πλαίσιο αυτό θα ξεκινήσει με ένα μετοχικό κεφάλαιο ενός εκατ. ευρώ, εκ των οποίων ο ΣΕΤΕ θα συνεισφέρει το 70% και το Δημόσιο, το κράτος, το 30%.
Εφόσον αυτό ή η όποια αναλογία ποσοστών τελικά εγκριθεί – κατά προτίμηση από το Κοινοβούλιο – θα υπογραφεί μία Προγραμματική Σύμβαση της εταιρίας αυτής με το Ελληνικό Δημόσιο, βάσει της οποίας το τελευταίο θα «αγοράσει» ένα πλέγμα υπηρεσιών που θα παρέχει η πρώτη.
Μεταξύ αυτών, να αναπτύξει ένα δίκτυο γραφείων δημοσίων σχέσεων και marketing στις βασικές αγορές ενδιαφέροντος, τον σχεδιασμό και τον τρόπο υλοποίησης συγκεκριμένων και στοχευμένων ενεργειών marketing και προβολής κ.λπ..
Το ύψος της προγραμματικής θα είναι της τάξης των 2 εκατ., ευρώ ετησίως και ο ΣΕΤΕ θα αναλάβει τη δέσμευση να διασφαλίσει πολλαπλάσια ποσά για την αποτελεσματική υλοποίηση των δράσεων και των ενεργειών που θα προσδιορίζονται από το marketing plan της εταιρίας.
Διευκρινίστηκε, ότι βάσει του σχεδίου του ΣΕΤΕ, η εταιρία δεν θα εμπλακεί με αντικείμενα και έργα που υλοποιεί ο ΕΟΤ, όπως π.χ. το πρακτικό μέρος της διοργάνωσης και της υλοποίησης της συμμετοχής της Ελλάδας στις τουριστικές εκθέσεις, όπως και με την επί πληρωμή διαφήμιση – ας πούμε τα media plan – που επίσης, την ευθύνη υλοποίησης θα έχει ο ΕΟΤ.
Και επειδή και από την πλευρά μας, μόλις το περασμένο Σάββατο ήταν η πλέον πρόσφατη ανάρτησή μας σχετικά με έναν προβληματισμό που αναπτύσσεται στην αγορά για το ζήτημα αυτό αλλά και επειδή, στις αρχές Σεπτεμβρίου είχαμε δώσει κάποιες ειδικές πληροφορίες και τέλος πάντων το παρακολουθούμε το θέμα αυτό ευθύς εξ’ αρχής, μία πρώτη μας εκτίμηση: Γενικά, το σχέδιο του ΣΕΤΕ αξιοποιεί τη διεθνή εμπειρία ως προς τις συνέργειες δημόσιο και ιδιωτικού τομέα ευρωπαϊκών χωρών, σε μία προσπάθεια να ληφθούν υπόψη αφενός μεν οι ιδιαιτερότητες της πραγματικότητας του ελληνικού δημοσίου και οι δυνατότητες ή οι προοπτικές του ΕΟΤ, αφετέρου δε, επιχειρείται μία δημοσιονομική και θεσμική υπέρβαση, ως προς τη σύσταση και λειτουργία του προτεινόμενου φορέα, αφού ζητείται η συναίνεση και έγκριση της Βουλής και των κομμάτων.
Επί της ουσίας;
Πρόκειται καθαρά για θέμα πολιτικής βούλησης. Αν η κυβέρνηση θέλει πραγματικά να το προχωρήσει, είναι απλά ζήτημα λίγων εβδομάδων να καταλήξουν οι δύο πλευρές σε ένα αποδεκτό Καταστατικό το οποίο να τεθεί προς έγκριση μίας κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας.
Με τον τρόπο αυτό, ανεξαρτήτως πολιτικών εξελίξεων, θα διασφαλιστεί, αν μη τι άλλο, μία συνέχεια αυτού του εγχειρήματος, σε περίπτωση που κάποια στιγμή στο εγγύς μέλλον υπάρξει αλλαγή κυβέρνησης.
Κατά τα άλλα, υπάρχουν ακόμα σημεία που χρήζουν διευκρινίσεων, κυρίως ως προς τη διοίκηση και τη λήψη αποφάσεων αλλά και γενικότερα το διοικητικό και οργανωτικό πλαίσιο λειτουργίας ενός τέτοιου σχήματος.
Για να δούμε…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου