Lobby {lob~by}:
1. A hall, foyer or waiting room at or near the entrance to a building such as a hotel or a theater.
2. A public room next to the assembly chamber of a legislative body.
3. A group of persons engaged in trying to influence legislators or other public officials in favor of a specific cause.

Πέμπτη 3 Ιουνίου 2010

Μέρα απεργίας...

Καλώς ή κακώς, στο lobby έχουμε και δημοσιογράφους. Οι οποίοι  απεργούν σήμερα (05:00 πμ με 05:00 πμ της Παρασκευής) και βγαίνουν στους δρόμους.
Επιστροφή, λοιπόν, αύριο το πρωί και στο μεταξύ, αργότερα, θα σας αφήσουμε και κάτι για να περάσει η μέρα σας...
Share |

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου